ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ
ΠΟΡΕΙΑ
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ
ΙΟΥΛΗΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ- ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 2013
Αριθμός τεύχους 2
ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΟ ΤΕΧΝΗΣ ΝΕΑΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ
Καρτερού 18-20 71601 Νέα Αλικαρνασσός
στέλιος κωστή σπυριδάκης
Κρήτη λεβεντογέννα,
δεν είναι μόνο τ`
άρματα.
Είναι και τα σκαρπέλα,
οι
πέννες, τα πινέλα.
Και μην μου λες εμένα.
Και τούτα κάνουν
θάματα!
Από το βιβλίο του αείμνηστου
φίλου Λάζαρου Ουσταμπασίδη που έχει τον τίτλο: «Ο ΛΙΜΟΣ» και το αφιερώνει στα
παιδιά της Αφρικής. Σήμερα εγώ το αφιερώνω στα παιδιά τα δικά μας, τα παιδιά
της Ελλάδας, που τόσο βάρβαρα και σκληρά πλήττονται από τους συν-Ευρωπαίους και
τα μίσθαρνα όργανά τους, τους οσφυοκάμπτες «πολιτικούς». Είμαι σίγουρος πως ο
αείμνηστος ουμανιστής Λάζαρος δεν έχει
αντίρρηση.
ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΙΤΙΖΕΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΚΑΛΛΙΤΕΡΑ
ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΦΗΣΟΜΕ ΓΕΡΗ ΜΑΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ
ΕΘΝΟΥΣ ΜΑΣ
ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΤΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ
ΟΤΑΝ ΑΦΗΝΕΤΕ ΥΓΙΕΙΣ ΑΠΟΓΟΝΟΥΣ ΣΤΗ ΔΙΑΙΩΝΙΣΗ
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
ΓΚΡΕΚΟ
Του Μανώλη
Δερμιτζάκη
Από το βιβλίο του ΤΑ ΧΝΑΡΙΑ
ΜΟΥ, που εκδόθηκε στο Ηράκλειο το 1957
και έχει πρόλογο, που τον έχει γράψει τον Μάρτιο του 1934. Αξίζει τον κόπο να
τον επαναλάβομε κι εδώ, αφού και ο ίδιος τον επαναλαμβάνει στην έκδοση του
1957. [ ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ώρες φορές, όντας
μονάχος στο μπαρμπεργιό κλεισμένος με δίχως δουλειά, συλλογίζουμε τη ζωή μου,
τη ζωή… Και στο νου μου κατεβαίνουν αράδες. Γράφω, τι γράφω; Ένας λόγος να
γράφης. Μεγάλη υπόθεσι να το λες. Μεγαλύτερη να τυπώνεις. Άγνωστος, παραμικρός
μπαρμπέρης, νοιάζουμαι για την καλή ποιότητα του ξυραφιού και την περιποίηση
του πελάτη, έτσι που να ευχαριστηθεί ο χριστιανός και να σου ξανάρθη. Το πράμα
αλλάζει. Ποιο πολύ χαίρουμαι σα μου λένε πως το ξούρισμά μου είναι μαλακό και
άνετο, παρά πως γράφω κάτι της προκοπής. Τότες; Οι στίχοι τούτοι βγαίνουν για
ένα στενό κύκλο. Οι γραμματιζούμενοι φίλοι μου ισχυρίζονται πως είνε καλοί.
Λίμα από το πρωί ως το βράδυ. Με κατάφεραν, τους τυπώνω. Το κρίμα ας τους
βαρύνει για όλη τους τη ζωή. Μάρτιος 1934]
Ακολούθησα την ορθογραφία του
κειμένου εκτός του τονισμού που δεν μπορεί τεχνικά να διατηρηθεί. ΣΚΣ
************
-Είπα σούτο χίλιες φορές,
άστονε. Ίντα κάθεσαι και χαλάς ταδίκου την καρδιά σου; Τούτος το χούϊ του δεν
το παραιτά γιατί φαίνεται να τόχει από γεννητού. Γράφει; Ας γράφει. Ίντα θες να σκας
και να πλαντάς; Αν κακό του κεφαλιού του κάνει ποιος θα του φταίει; Μα πάλι κι
αν του γυρίσει περί καλού, κατέχεις ίντα ναι τούτονα;
-Έτσι εμίλιε κι ορμήνευε η Μαργή την κερά
Ρηνούλα της καθώς, είχ` έρθει απ το χωριό, ακούγοντας την να γρούζει πάλι καθώς
μ` έβλεπε να χάνω τον καιρό μου αραδιάζοντας χαζομάρες.
-Ναίσκες! Αποκεινουσάς τσοι προκομένους
είναι, αποκρίθηκε η κερα-Ρηνούλα, να σταθεί άξιος στα πράματα. Τάξη να λάβει
καθώς στέκεται σάνθρωπο, που μιλάνε για τούτα, δίχως νάχει απολαβή. Δεν τόνε
παραιτάς, καλομάζαλή μου κι αυτός είναι κουζουλός….
-Δεν είναι καθώς τα κρίνεις και τα
μολογάς, ξαναμίλησε η Μαργή. Τόπε κι απροχτές στο χωριό ο Γιάννης, τση
Κουτουλοφάρενας, πούρθε από την Αθήνα ξετελεμένος στη σπουδή, σε μια βεγγέρα
που πήγα στση Βγενιάς το σπίτι. Το διάβασε στα χαρτιά τσ` επιστήμης και το
βουλώνουνε κι αυτά.
Τούτοι που διάχνουνε ετσά που εμείς δεν
τσοι καταλαβένομε και τσοι λέμε κουζουλούς, τόχουνε από γεννητού. Δεν τσοι
παίρνει κανείς απάνω του, γιατί, δε σου λέω, μπορεί και νάναι. Μα σα λάχει και
τώσε γυρίσει επί καλού καϋμέχαρη μου,
κάτεχε πως αγιάζουνε. Ναίσκε! Αγιάζουνε.
Άκου μια ιστορία που μας την είπε κείνηνα τη
βραδυά ο Γιάννης που τη διάβασε στα μεγάλα χαρθιά της Αθήνας.
Μια φορά, στα παληά τα χρόνια που τα ζαμάνια
για τη Χρισθιανότη ήτανε μαύρα και σκοτεινά, ξεμπάρκαρε επά στην Κρήτη, στην
ακρογιαλιά τση Ρογδιάς, από μέρη αλαργηνά ληστάδες. Επατήσανε κι ερημάξανε τα
γυρωτρίγυρα ετσά, που οι ανθρώποι που γλυτώσανε από το μαύρο μαχαίρι τως, για
χρόνια δηγούντανε τη συμφορά που πλάκωσε, ώρα κακή, τα κακοροίζικα χωριά τως.
Επήρανε, λέει, σκλάβους και σκλάβες, νιους κυπαρισσόκορμους και κοπελιές σαν τα
κρούσταλα νερά, κι επήγανε τσοι στα καταραμένα τα καράβια τως κι ανοίξανε πανιά
κι εφύγανε για τον αγύριστο, να τσοι πουλήσουνε στα παζάρια, εκειά, στα πάνω
μέρη, που ξαγοράζανε τσ` ανθρώπους.
Μαζί τως είχανε παρμένο κι ένα μικρό
κοπέλλι απού τως ήλαχε στη μπροσπάθεια τση ρημαγής τως. Είπανε να το
σκοτώσουνε, μα ένας το λυπήθηκε και το πήρε απάνω του. Σε μια πολιτεία το
ξαγόρασε ένας πλούσος και το πήρε να του βόσκει τσ` αίγες. Το κοπέλι ήτανε άπό
το Φόδελε, το χωριό πούναι κοντά στη Ρογδιά και το λέγανε… να δεις πως το
λέγανε… ναι, το λέγανε -Θεοκοτόπουλο.
Ο αφέντης του ταγάπησε με τον καιρό, γιατί
στσοι παραγγελιές του ήτανε ατσίδα. Ήβοσκε τα ζούμπερά του στην εξοχή και κατά
πως ήπαιζε, αντίς να διάχνει ξεροτρόχαλους και να κυνηγά πουλιά και τζιτζίκους,
ήκανε σκέδια σε γαστριά και σε χαλίκια, που θωρώντας τα κάποτες ο αφέντης του,
κατάλαβε, καθώς έγνωθε από τουτα, πως το κοπέλι από γεννητού του, πράμμα είχε
μέσα του. Κι ετσά τόφησε να πράχνει ορνικό του.
Μεγάλωνε το κοπέλι κι αυγάτιζε στο σκέδιο
και στη ζγουραφική. Στην πολιτεία όσο πήγαινε κι αγροικούντανε. Ο αφέντης του,
βλέποντας την προκοπή του, τούχε δοσμένο το λεύτερο και τόχε κάμει παιδί του.
Οι άλλοι που καταφέρανε τα ίδια με τούτο πράματα ζγουράφοι, βλέποντας που
καθημερνού τους ήβανε στη μπάντα από ζήλεια τόνε λέγανε κουζουλό, και πως τάχα,
ετσά που ήβανε τα σκέδια και τσοι σγουραφικές του δεν ήστεκαν σ` όφελος τα
πράματα του καιρού και δεν είχανε το πρεπούμενο κάλλος στην αποθυμιά του μαθιού
με την αχαμνότη που τάδιαχνε.
Τούτος σε κανένα δεν ήβγανε μιλιά.
Δούλεβγε στ` αργαστήρι του χαβά δεν είχε κανενού. Όσο οι οχτροί τόνε
κατατρέχανε, τόσο τόνομά του ξάπλωνε κι ήπιανε τον κόσμο. Κι ο βασιλιάς του
τόπου τόχε σε υπόληψη και τιμή. Γίνηκε μεγάλος! Η δόξα του ήπιασε την
οικουμένη. Όλοι, μικροί, μεγάλοι, τον είχανε σε σέβας. Αγροικάς;
Είπε η Μαργή τελεύοντας την ιστορία στην
κερά-Ρηνούλα, πούστεκε κι αφρουκαζότανε με μεγάλη συλλογή.
-Ετσά `ζησε κι απόθανε. Κι αμ` απόθανε
και περάσανε χρόνοι και καιροί, το κοπέλι άγιασε! Οι χρισθιανοί εβγάλανε τα
κόκκαλά του και τα φέρανε στο χωριό του, το Φόδελε. Εκειά που τάχουνε θαμμένα ο
τόπος μοσχοβολά. Οι χωριανοί του κάμανε και τ` άγαλμά του. Κι ως τόχουνε
σκεπασμένο μ` ένα σεντόνι, ο κόσμος πηγαίνει, ανάβει κεριά, το ξεσκεπάζει και
το προσκυνά!
-Κι ήγιασε μπρε κιόλας; Ρώτηξε η
κερά-Ρηνούλα τώρα δα με έκσταση κι απορία.
-Κι αμέ δεν ήγιασε μαθές, είπε βουλώνοντας
ξανά η Μαργή. Προσκυνώ τη χάρη του, έκανε η κερά-Ρηνούλα κάνοντας το σταυρό
της. Προσκυνωωώ τη χάρη σου – πως τον είπες;
-Θεοκοτόπουλο…
-…Άγιε Θεοκοτόπουλέ μου. Κυβέρνα τον
κόσμο και το σπίτι μου. Κι ως θα κάνεις το θάγμα σου, να ρθω στη χάρη σου να σ`
ανάψω κερί.
-Αμήν, είπε μ` ευλάβεια η Μαργή,
κάνοντας και κείνη το σταυρό της. Ε! θωρείς εδά; Την άχνα σου δε θέλω να την
ακούσω μπλειο. Άστονε. Τόχει από γεννητού και το χούϊ δεν του βγαίνει.
-Για το Θιο! έκαμε η κερά-Ρηνούλα
τρομαγμένη, ό,τι θέλει ας κάνει. Σε πράμα δε με νοιάζει μπλειο. Ίντα με τσ`
αγίους θα τα βάνωμ` εδά;
Ο …. «Άγιος»
Δομήνικος Θεοτοκόπουλος
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
Τελευταίο
ταξίδι του F/B King Minos από το Ηράκλειο για Πειραιά, την Παρασκευή
05/05/01.
Το βασιλοβάπορο δεν θα ξαναγυρίσει στα γνωστά του
νερά, η απόφαση είναι τελεσίδικη.
Πάνω στα ρέλια της πρύμης ένα πανώπου
στήσαμε εμείς οι αισθηματίες και πιστοί δουλευτές του, έγραφε: «Αντίο King Minos.
Καλά ταξίδια στα ξένα νερά»
Ύστερα από δέκα ολόκληρα χρόνια ταξιδιών
εγκατέλειψε για πάντα την μητέρα Κρήτη. Όλα αυτά τα πήγαινε-έλα, μέρα παρά
μέρα, χαιρετούσαμε από τις βαρδιόλες το Γιούχτα και καμαρώναμε τον Ψηλορείτη
από το πέλαγος. Βαποριές φορτωμένος οι αναμνήσεις προσκυνήματα και αποχωρισμοί
χιλιάδες.
Σωρός οι ναυτικοί καημοί απλώθηκαν στο
υστερνό ταξίδι.
Κάτω στους ντόκους
καθηλωμένοι συγγενείς μας κατευώδωναν.
Καθώς η πρύμη αλλάργευε,
έμεναν πίσω δακρυσμένα μάτια ερωτευμένων
γυναικών, απελπισμένα αγκαλιάσματα παιδιών κι ευχές μπιστικών μα μετρημένων
φίλων.
Με τις πρώτες προπελιές του
πρόσω η σφυρίχτρα ηχούσε παραπονεμένα. Καθώς σήκωνε άγκυρα τελευταία φορά από
το μητρικό λιμάνι το Μεγάλο Κάστρο, το βαπόρι έτρεμε σύγκορμο. Από τα όκια της
πλώρης έτρεχαν δάκρυα ποταμός, από την τζιμινιέρα έβγαινε σαν αναστεναγμός ένας
καπνός μαύρος και πένθιμος.
Τα μαντήλια που ανεμίζανε
στην προβλήτα θυμίζανε περασμένες εποχές. Σε κάθε αναχώρηση από τα αγαπημένα
λιμάνια της γης, μας κατευώδωναν ρυμουλκά και βαπόρια, μπουρούδες και σφυρίχτες
κι ακόμη πομπές νταλκαδιασμένων κοριτσιών που έκλαιγαν καθώς έμεναν πίσω.
Εκεί αγάπες λιμανιώτικες, εφήμερες. Εδώ
δυνατές ριζωμένες, πολυχρόνιες. Δεμένες φαμίλιες νοικοκυραίων ναυτικών χώριζαν.
Ίδιο βαριά τα βάσανα του ξενιτεμού, του μόνιμου και του περαστικού, πόνος στον
αποχωρισμό του ακριβού κι αγαπημένου.
«Το έχε γεια είναι πικρό στου
χωρισμού τη ζάλη
Μα στα καλωσορίσματα είναι χαρά
μεγάλη.»
Το πολυδουλεμένο καράβι παραγκωνίστηκε από
το καινούργιο, που πήρε τη θέση του δυναμικά, όπως επιτάσσουν οι αιώνιοι
φυσικοί νόμοι κι ο άνεμος της ταχύτητας του εκσυγχρονισμού.
Νεοφερμένο ΦΑΙΣΤΟΣ ΠΑΛΑΣ καλώς όρισες. Να
ταξιδεύεις με το πλήρωμά σου καλότυχο και τιμημένο στα χνάρια του ΜΙΝΩΣ. Με τα
καλοπληρωμένα ναύλα σου να κερδίζεις γλυκό ψωμί για τους δουλευτές σου. Ύστερα από πολλά χρόνια σαν έρθει κι εσένα η
ώρα σου, να αποσυρθείς περήφανο χωρίς αβαρίες. Το να γερνάς είναι πιο
χρήσιμο και πιο δύσκολο από το να μάθεις
να ταξιδεύεις.
Το King Minos πήρε παράταση ζωής. Θα δουλέψει για λίγο σε
διαφορετικές θάλασσες για να μετρήσει δυνάμεις που του απόμειναν. Κάποτε θα το
βγάλουν στο σφυρί. Θα παρελαύνουν υποψήφιοι αγοραστές που θα πλειοδοτούν πάνω
στη θαλασσοδαρμένη λαμαρίνα του.
Όσο για μας τους αφανείς
εργάτες της θάλασσας που κάμαμε το κομοδέσιον του σπίτι μας, που φιλοξενήσαμε
εκατομμύρια επιβάτες, που κουμαντάραμε το τιμόνι του, που ταΐζαμε τις μηχανές του, που καθαρίζαμε την κοπριά
του, μείναμε με ένα κενό που δεν γεμίζει με καμιά λογική και μια πικρή γεύση
που δεν γλυκαίνει.
Εμείς οι αιώνιοι αναχωρητές των λιμανιών
παλιοί και θαλασσογέννητοι, δεν ξεπερνούμε εύκολα τέτοιους αποχαιρετισμούς. Δεν
είναι απλή συνήθεια, γιατί πάντα αφήνομε πίσω κομμάτι από τον εαυτό μας.
Με ναυτικές καρδιές μαρμαρωμένες και ματιές
περίλυπες που αρνούνται να δακρύσουν, καταπίνομε με δυσκολία τον κόμπο που μας
βαραίνει το στήθος και δεν λέει να λιγάνει.
Καλοδεχούμενο κάθε λιμάνι με τους καημούς
του. Θα μανουβράρομε και το ΜΙΝΩΣ μακριά από το Ηράκλειο, σε θάλασσες
ειρηνικές, γιατί μόνο εμείς μπορούμε να ξεχωρίσομε το φως των αστεριών που
ορίζουν τις ρότες μας.
Μανώλης Ροδανάκης
Α` Μηχανικός Ε.Ν.
Το Ραδιομέγαρο υπό κατάληψη
μετά τον θάνατο της ΕΡΤ από την κατοχική κυβέρνηση του Ραηχενμπάχ. Οι Έλληνες
αμύνονται «περί πάτρης» όχι αποκλειστικά για την ΕΡΤ, η οποία αποτελεί την
αφορμή και όχι την αιτία.-
ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
(ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΕΙΟ)
Δυο
φιλόλογοι του εσπερινού γυμνασίου μεταφέροντας στους μαθητές τους την γνώση
τους, γύρω από την Κλασική Ελλάδα τους ευαισθητοποίησαν και δημιούργησαν μια 14μελή ομάδα μαθητών.
Οι φιλόλογοι Μαρία
Καραλάκη και Σήφης Κοσόγλου οδήγησαν την μαθητική ομάδα να ασχοληθεί με την
καταγραφή των αγαλμάτων της πόλης. Οι μαθητές υπό την καθοδήγησή τους ενήργησαν
συλλογικά στις δύο ενότητες που τους έδωσαν: 1. «Με μπρούτζο και με μάρμαρο…»
και 2. «Η πόλη μου, το Ηράκλειο…».
Αποτέλεσμα ήταν η φωτογράφηση των αγαλμάτων
του Ηρακλείου και η έκδοση πολυτελούς τόμου, ως και CD, το οποίο απεστάλη από το ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΟ ΤΕΧΝΗΣ στην
αρχειοθήκη Βερνάρδου και το ανάρτησε στο διαδίκτυο.
Μέρος των αγαλμάτων του ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΟΥ
ΤΕΧΝΗΣ που είναι τοποθετημένα στον
αύλειο χώρο έχουν περιληφθεί στην
καταγραφή και μεταξύ άλλων καταχωρούνται παρακάτω.
Ο φιλόλογος Σήφης Κοσόγλου
ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΟ ΤΕΧΝΗΣ ΝΕΑΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ
ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΟ ΤΕΧΝΗΣ ΝΕΑΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ
Ανήκουν στον καλλιτέχνη κ.
Μαν. Αγγελιδάκη
Σχόλιον επί σχολίου
ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ Μ ΕΝΑ ΜΑΤΙ ΣΑΝ ΓΑΡΙΔΑ - 31/1/2011 |
||
|
ΟΛΙΣΘΗΜΑ
Οδού μεσούσης Καρυών έως
Βατοπεδίου
Εμνήσθη Απολλόδωρος και πάλιν
του αιδοίου.
Η σάρξ επανεστάτησε
δεινώς και εξανέστη
Και δέσμιος της ηδονής ο
ασεβής κατέστη.
¨Αγίου Όρους ευλαβού», εις
αδελφός ελάλει.
«Στήθι ασπίς προς πειρασμόν»,
εβόουν και οι άλλοι.
Και απεκρίθη ουν αυτοίς
«Ποιήσατε την νήσσαν,
o τάλας γαρ πεπόθηκα διακαώς την
Χρύσσαν.»
Αμφοίν χεροίν συνείχετο
καυλού αρειμανίου,
Και συν τω νω εγεύετο σώματος
ουρανίου.
Και συσταλέντων των γλουτών,
καμφθέντων των γονάτων,
ήχθη εις σφαίρας οργασμών και
παραληρημάτων.
Η παραυτίκα ηδονή, κτηθείσα
παρ` ιδίου,
υπήρξεν όμως αίτιον της
τελευτής του βίου.
Ανακαλέσας τοιγαρούν θήλεως
οπτασίαν
αφρόνως απεμπόλησεν αβάτου
σημασίαν.
Διό εις αποσάθρωμα ολίσθησεν
οφρύος,
και ηύρεν θάνατον φρικτόν
εκείνος ο αχρείος!
Ο Θεός συγχωρήσαι ημάς και τον άφρονα αδελφόν ημών, Απολλόδωρον,
ως αγαθός και φιλάνθρωπος.
Η αφιέρωση του φίλου Μανόλη
και το Άγιον Όρος. Ο Μανόλης Τσικαλάς εκτός από την δικηγορία, καλλιεργεί την
Ποίηση, τη Ζωγραφική και τη Γλυπτική. Ως ερασιτέχνης ηθοποιός δε ανταγωνίζεται
επικινδύνως τους επαγγελματίες ηθοποιούς.. Το παράστημά του όταν φορεί την Κρητική Ενδυμασία αποδίδει τον
ιδανικό Κρητικό. Ο λόγος του προφορικός
τε και γραπτός είναι μεστός με ουσιαστική πληρότητα.
«Το Εμβόλιμον επιχορηγείται από
το ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη της
Ακαδημίας Αθηνών καθώς και από την Εταιρεία Αλουμίνιον της Ελλάδος»
Διαβάσαμε το πολύ ωραίο και καλαίσθητο λογοτεχνικό περιοδικό με την πλουσιότατη ύλη του και την πολλή και
καλή εικονογράφηση της Φανής Μιχαηλίδη. Ιδιαίτερη εντύπωση προξενεί «Το
γράμμα της σύνταξης» του Θανάση Μαρκόπουλου
το οποίο καταχωρούμε αμέσως παρακάτω.
Το
κούτσουρο
Περικόπτουμε καταρχήν τα κάτω άκρα τα μόνα ικανά να
βγάλουν τα ποτάμια στους δρόμους με ισχυρές εννοείται δόσεις αναισθητικού όπως
η πατρίς κινδυνεύει βαίνει κατά κρημνού κλπ κλπ
Επειδή παρά
ταύτα η κατάστασις επιδεινούται απαιτούνται νέα μέτρα κι έτσι περικόπτουμε τώρα
τα άνω άκρα που κι αυτά ως γνωστόν ατακτούν γράφουν στα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης σηκώνουν κύματα στις οθόνες κλπ κλπ
Απομένει το κεφάλι
Σε αντίθεση
με τη μάνα μας που ξεπάστρευε τον κόκορα της Κυριακής αρχίζοντας απ` το κεφάλι
εμείς το κρατάμε για το τέλος μια και όλα κατά το σύνταγμα πρέπει να γίνουν με
τη σύμφωνη γνώμη του
Περικόπτουμε λοιπόν τελευταίο το κεφάλι κι έπειτα ρίχνουμε το κούτσουρο
στο τζάκι έτσι που επιτέλους να πειστούν οι αγορές και να μας δανείσουν λίγη
από τη ζέστη μας
Με πολλή χαρά συναντήσαμε στις σελίδες 47
και 48 δυο ποιήματα του Οδοντιάτρου
Λουκά Δ. Παπαδάκη, γιου του φίλου
Δημήτρη Παπαδάκη, προέδρου του Λογοτεχνικού Συνδέσμου Ηρακλείου. Καταχωρούμε παρακάτω το ένα.
Ερωτικό σε ακορντεόν
Για σένανε ρωτώ που στη μοναξιά σου βρίσκει το πρόσωπό
του ο έρωτας.
Ρωτώ τις σπηλιές κι αποκρίνονται το σάλαγο στα ύφαλα.
Ρωτώ τ`αγριοπερίστερα που ξιπάζονται και ξυλοκοπούν τον αέρα
Κι ύστερα στοιχίζονται τρία φρύδια πάνω από το
θαλασσόκηπο
Ζυγίζοντας Κυκλώπων δάκτυλα χέρια-πόδια κραυγές
ακραίες
Που αναξερνάει ο βράχος του Παύλου της Ταρσού και του
Πάμπλο της Γκερνίκα.
Όψη μιας πατρίδας που φαρμακερή δαγκώνει κι από την
ουρά κι από το στόμα
Κι απ` όπου αλλού μπορείνα έχει θύματά της τη συνδρομή
των
Βορείων εταίρων που εφορμούν καθέτως σφραγίζοντας με
Βόμβες τίτλους Κυριότητας: EIGENTUM der LUFTWAFFE
Και θα ρωτώ ωσότου σβήσει μέσα μας η φωτιά που έχομε
κλεμμένη.
Και θα ρωτώ με τον ήλιο να ψηλώνει και το χέρι με βιά
να τραβάει στην τύφλωση.
Με το λαθρομετανάστη πίσω από `να παραγάδι που όμως
τον πρόδωσαν το λοφίο του
Φοίβου-
Φτυστό μ` εκείνο στη Φαιστό – και τα χρόνια που δεν
πέρασαν.
Ρωτώ και σένα: Ποιος σε φιλάει στον ύπνο σου;
Δε θα μου πεις
Μα στον πρώτο σου εφιάλτη θα πάρω εκδίκηση Ακούς;
Που το δικό μου έρωτα αποστράφηκες Δεμένη
Αναρτήθηκε από το
διαδίκτυο. Ο Βάρναλης είναι αξεπέραστος
και μοναδικός.
Χιλιάδες χρόνια, αιώνες πίσω
φτηνά πουλιέται το κρέας
το ανθρωπίσο
Κώστας Βάρναλης
ΠΕΤΡΟΣ ΦΟΥΚΑΚΗΣ
ΕΝΑΣ ΠΑΛΙΟΣ ΦΙΛΟΣ
ΕΝΑΣ ΚΑΛΟΣ ΦΙΛΟΣ
ΕΝΑΣ ΚΑΛΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ-ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ
Το βιβλίο αυτό είναι ακατάλληλο:
Για όσους δεν αγάπησαν.
Για όσους δεν δάκρυσαν στον
ξένο πόνο.
Για όσους θερίζουν εκεί που δεν
έσπειραν.
Για όσους τρέφονται με το
ψωμί των πεινασμένων.
Για όσους έχουν πέτσινη
καρδιά και λαστιχένια συνείδηση.
Για όσους παρασημοφορήθηκαν
χωρίς ν` αγωνιστούν για αξίες και ιδανικά.
Ακόμα είναι ακατάλληλο για
όσους αναπαύονται πάνω σε κλεμμένες δάφνες.
Και τέλος για όσους προτιμούν
το σκοτάδι για να μην φαίνεται το ποιόν τους.
Το βιβλίο προλογίζουνοι: Ελένη Πλαγιωτάκη-Σαατσάκη, Νέλη Κατσαμά-Δημοσιογράφος,Γιώργος Βιτώρος,
Μιχάλης Χουρδάκης Δημοσιογράφος,Κώστας Βερδινάκης Μουσικός, Απολλόδωρος Σαατσάκης,
Νίκος Καρέλης και Ζαχαρίοας Καψαλάκης.
Ο φίλος μου ο Πέτρος
δημοσίευε αρκετά χρόνια σε καθημερινή βάση στην Εφημερίδα «ΑΛΛΑΓΗ»,του Δημάρχου και Ευρωβουλευτή Μανόλη Καρέλλη,
επίκαιρους στίχους. Οι στίχοι του φωτογράφιζαν την επικαιρότητα, στηλίτευαν ότι
αντιδημοκρατικό και αντιλαϊκό έβγαινε στο φως. Η φωνή του Πέτρου ήταν πάντοτε
καθαρή, σεμνή, τίμια, όμορφη μα και βροντερή με τις αλήθειες της. Αρκετά από τα
ποιήματα που περιέχονται στο βιβλίο έχουν μελοποιηθεί με επιτυχία. Στίχους του Πέτρου είχα
δημοσιεύσει στην «ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ» στο διάστημα που την εξέδιδα. Επίσης έχω δημοσιεύσει
στίχους του στην ηλεκτρονική «ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ». Εδώ καταχωρώ ένα ποίημά
του που περιέχεται στο βιβλίο του.
ΣΤΟΥ ΚΡΕΜΑΣΜΕΝΟΥ ΤΗΝ ΑΥΛΗ
Στου κρεμασμένου την αυλή
εμαζωχτήκανε πολλοί
Σαράφηδες και δανειστές
φίλοι και καλοθελητές
Για να δικάσουν το σκοινί που
έπνιξε τον άνθρωπο
με ένα τρόπο απάνθρωπο!
Ο κρεμασμένος δε μιλεί
και ούτε βγαίνει στην αυλή
κι έτσι θα μείνει μυστικό
ποιος έκανε το φονικό
και θα δικάσουν το μσκοινί
που έπνιξε τον άνθρωπο
με τέτοιο τρόπο απάνθρωπο
Η αφιέρωση του Πέτρου.
Η ΑΝΑΤΟΛΗ ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ και των ΘΥΣΙΩΝ.
Του Εμμανουήλ Φαρσάρη
συνταξιούχου εκπαιδευτικού.
[Η Ανατολή, ένας παραδοσιακός
οικισμός της Ιεράπετρας, είναι ευφήμως γνωστή για τις φυσικές ομορφιές της.
Προσφάτως μάλιστα εντάχθηκε στο Σύνδεσμο που φέρει την επωνυμία «Τα πιο όμορφα
χωριά της Κρήτης»], αναφέρει ο συγγραφέας στο εισαγωγικό σημείωμά του.
Ο
δάσκαλος Εμμανουήλ Ιωάν. Φαρσάρη παράλληλα με τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα
ασχολήθηκε με ιστορικές, παιδαγωγικές και λαογραφικές μελέτες και έρευνες. Έχει
συγγράψει και εκδώσει βιβλία και έχει
βραβευθεί από την Ακαδημία Αθηνών για τις λαογραφικές συλλογές του. Στο βιβλίο
του η «ΑΝΑΤΟΛΗ», ασχολείται επιτυχώς με την ιστορία του χωριού ΑΝΑΤΟΛΗ.
Συγκεντρώνει στοιχεία των αγωνιστών του χωριού από την τουρκοκρατία και
εντεύθεν, καταγράφει τους Ανατολιώτες που έπεσαν υπέρ της πατρίδος, που
αιχμαλωτίστηκαν, που διακρίθηκαν και τιμήθηκαν στους πολέμους της Ανεξαρτησίας
σε κάθε πόλεμο. Η ΑΝΑΤΟΛΗ είναι το χωριό της συζύγου του, δασκάλας Ιωάννας
Μαχαιρά, που τον κέρδισε επιβεβαιώνοντας την Κρητική ρήση κατά την οποία οι
Κρητικοί είναι από της γυναίκας τους το χωριό.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟΥ39 Αριθ.Φύλ.39 8 Αυγούστου2011
Διανέμεται δωρεάν χάριν της Πατρίδας.
ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΔΟΤΕΣ ΓΙΑ
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΙΣΜΟ ΤΟΥΣ
Λίγη άγνωστη Ιστορία!
από την Δαρεία
Τσαγκαράκη, Τρίτη, 19 Ιουλίου 2011
στις 1200μμ.
ΤΟ ΕΛΑΒΑ ΧΘΕΣ ΑΠΟ ΕΝΑ ΦΙΛΟ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΑ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΜΕ ΣΥΓΚΙΝΗΣΕΛίγη άγνωστη Ιστορία!
Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, 27 Απριλίου 1941, η πρώτη τους δουλειά ήταν να στείλουν ένα...
απόσπασμα υπό τον λοχαγό Γιάκομπι και τον υπολοχαγό Έλσνιτς για να κατεβάσει τη Γαλανόλευκη από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και να υψώσει τη σβάστικα.
Δεξιά ο Παρθενώνας, αριστερά οι Καρυάτιδες. Από την ελιά τής Αθηνάς οι Γερμανοί αντικρίζουν στο ακραίο σημείο τού βράχου τής Ακρόπολης πού δεσπόζει τής πόλης, την γαλανόλευκη σημαία πού θ' αντικατασταθεί από τον αγκυλωτό σταυρό.
Η εθνική Σημαία με το μεγάλο σταυρό στην μέση λάμπει και τα χρώματά της τονίζουν και τονίζονται από τον Παρθενώνα που στέκει αγέρωχος και όμορφος όπως πάντα.
Εκεί στην θέση Καλλιθέα, στο ανατολικό σημείο του Ιερού Βράχου ο επικεφαλής του αποσπάσματος ζήτησε από τον εύζωνο που φρουρούσε τη σημαία μας να την κατεβάσει και να την παραδώσει.
Ο απλός αυτός φαντάρος, όταν στις 8:45 το πρωί έφθασαν μπροστά του οι κατακτητές της χώρας μας και με το δάκτυλο στην σκανδάλη των πολυβόλων τους, τον διέταξαν να κατεβάσει το Εθνικό μας σύμβολο, δεν έδειξε κανένα συναίσθημα.
Δεν πρόδωσε την τρικυμία της ψυχής του. Ψυχρός, άτεγκτος και αποφασισμένος.. απλά αρνήθηκε! Οι ώρες της περισυλλογής, που μόνος του είχε περάσει δίπλα στην σημαία, τον είχαν οδηγήσει στη μεγάλη απόφαση. "ΟΧΙ"!
Αυτό μονάχα πρόφερε και τίποτε άλλο. Μια απλή λέξη, με πόση όμως τεράστια σημασία και αξία. Η Ελληνική μεγαλοσύνη σε όλη την απλή μεγαλοπρέπειά της κλεισμένη μέσα σε δύο συλλαβές! Ξέρουν απ' αυτά οι Έλληνες..
Ο λοχαγός Γιάκομπι διέταξε έναν Γερμανό στρατιώτη να το πράξει. Ο στρατιώτης την κατέβασε κι αφού με τη βοήθεια ενός συναδέλφου του την δίπλωσε πολύ προσεκτικά, την παρέδωσε στα χέρια του Έλληνα φρουρού. Ο εύζωνας κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα με κατεβασμένο κεφάλι το διπλωμένο γαλανόλευκο πανί πάνω στα χέρια του. Κι ύστερα τυλίχτηκε με τη σημαία, έτρεξε ως την άκρη του Ιερού Βράχου και μπρος στα μάτια των εμβρόντητων Γερμανών ρίχτηκε μ' ένα σάλτο στον
γκρεμό, βάφοντας το εθνικό μας σύμβολο με το τίμιο αίμα του.
Οι Γερμανοί σκύβουν πάνω από το κενό: 60 μέτρα πιο κάτω, κείτεται ο Εύζωνας, νεκρός πάνω στον βράχο, σκεπασμένος με το σάβανο πού διάλεξε.
Οι δύο Γερμανοί αξιωματικοί, πού είναι επί κεφαλής των εμπροσθοφυλακών, ο αρχηγός ιππικού Γιάκομπι και ο λοχαγός Έλσνιτς τής 6ης ορεινής μεραρχίας, χρησιμοποιούν τον ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών για να στείλουν μήνυμα στον Χίτλερ:
«Μάϊν Φύρερ, στις 27 Απριλίου, στις 8 και 10, εισήλθαμε εις τας Αθήνας, επί κεφαλής των πρώτων γερμανικών τμημάτων στρατού, και στις 8 και 45, υψώσαμε την σημαία τού Ράϊχ πάνω στην Ακρόπολη και στο Δημαρχείο. Χάϊλ, μάϊν Φύρερ».
Η γερμανική στρατιωτική διοίκηση Αθηνών υποχρέωσε την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου να δημοσιεύσει στον Τύπο ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία ο φρουρός της σημαίας μας, υπέστη έμφραγμα από την συγκίνηση όταν του ζητήθηκε να την παραδώσει. Όμως οι στρατιώτες κι οι επικεφαλής του γερμανικού αποσπάσματος είχαν συγκλονιστεί
απ' αυτό που είδαν και δεν κράτησαν το στόμα τους κλειστό. Στις 9 Ιουνίου η είδηση δημοσιεύθηκε στην DAILY MAIL με τίτλο: "A Greek carries his flag to the death" (Ένας Έλληνας φέρει την σημαία του έως τον θάνατο).
Η θυσία του Έλληνα στρατιώτη έγινε αιτία να εκδοθεί διαταγή από τον Γερμανό φρούραρχο να υψώνεται και η ελληνική σημαία δίπλα στη γερμανική.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, εκεί στα Αναφιώτικα κάτω από τον Ιερό Βράχο, ζούσαν ακόμα αυτόπτες μάρτυρες, που είδαν το παλικάρι να γκρεμοτσακίζεται μπροστά στα μάτια τους τυλιγμένο με την Γαλανόλευκη. Και κάθε χρόνο, στο μνημόσυνό του στις 27 Απριλίου, άφηναν τα δάκρυά τους να κυλήσουν στη μνήμη του. Ουδείς ενδιαφέρθηκε ποτέ να καταγράψει την μαρτυρία τους.
Κωνσταντίνος Κουκίδης είναι τ' όνομα του ευζώνου (κατά μια άλλη άποψη ήταν 17χρονος νέος της Εθνικής Οργανώσεως Νέων αλλά τι σημασία έχει;).
Κωνσταντίνος Κουκίδης είναι τ' όνομα αυτού του ΕΛΛΗΝΑ και στολή του η Σημαία μας. Μας τον έχουν κρύψει, μας τον έχουν κλέψει. Κλείστε κι αυτόν τον εθνομάρτυρα στην ψυχή σας κοντά στους άλλους. Απαιτείστε να γραφτεί τ' όνομά του στα σχολικά βιβλία της Ιστορίας. Ψιθυρίστε το, έστω και βουβά, μέσα σας, κάθε φορά που αντικρίζετε τη σημαία μας.
Πείτε στα παιδιά σας ότι αυτή η σημαία, έχει βυζάξει ποταμούς ελληνικού αίματος, για να μπορεί αγέρωχη να κυματίζει την τιμή και την αξιοπρέπειά μας.
Το αφιερώνουμε στους Ευρωπαίους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου